Τελευταίες μέρες του καλοκαιριού του 2019. Το δυναμικό αυτοοργανωμένο camp που είχε στηθεί για ένα μήνα στο οροπέδιο του Καραμανώλη είχε φτάσει στο τέλος του, το φθινόπωρο προμηνύονταν κρίσιμο και στην αυλή του αυτοδιαχειριζόμενου στεκιού της Καρδίτσας είχε καλεστεί εκδήλωση για τη συγκρότηση σταθερής ανοιχτής συνέλευσης για την οργάνωση του αγώνα στα βουνά και στην πόλη. Σχεδόν τρία χρόνια μετά, συζητάμε με άτομα αυτής της συνέλευσης, για τα χωριά που έχουν γίνει μουσεία γερόντων, τη γη υψηλής παραγωγικότητας του κάμπου που φεύγει από την καλλιέργεια και την ανάγκη διασύνδεσης αγροτικών και περιβαλλοντικών αγώνων.
Πώς συγκροτήθηκε η ανοιχτή συνέλευση και ποιος ο στόχος της;
Η συνέλευση ξεκίνησε από πρωτοβουλία συλλογικοτήτων, πολιτικών χώρων και κατοίκων της Καρδίτσας, από την ανάγκη να υπάρξει κινηματική απάντηση και συσπείρωση ενάντια στο έγκλημα που πάει να συντελεστεί στην παρθένα και απαράμιλλης ομορφιάς περιοχή των Αγράφων από επενδυτές και πολιτικούς παράγοντες. Είμαστε ενάντια στην «πράσινη» ανάπτυξη, γιατί θεωρούμε ότι αποτελεί μοχλό για την εμπορευματοποίηση των φυσικών αγαθών και της καταστροφής του περιβάλλοντος. Δεν έχουμε καμία θεσμική αυταπάτη ότι με προσφυγές και μόνο θα δικαιωθούμε, ούτε αναθέτουμε τις ελπίδες μας σε καμία δημοτική αρχή. Θεωρούμε ότι ο μόνος δρόμος που μπορεί να πετύχει νίκες είναι ο δρόμος της αυτοοργάνωσης των τοπικών κοινωνιών και της λαϊκής επιβολής.
Σκοπός μας είναι η ενημέρωση, η διενέργεια ανοιχτών συνελεύσεων με τους κατοίκους της πόλης, εργατικά σωματεία και συλλόγους, για τον συντονισμό δράσεων, ώστε να σταματήσει μια και καλή η παραχώρηση της γης και της ενέργειας στα χέρια των κατασκευαστικών εταιριών με συνακόλουθη την καταστροφή του τόπου μας. Είμαστε αλληλέγγυοι και συμπαραστεκόμαστε στα υπόλοιπα τοπικά κινήματα που εναντιώνονται στη λεηλασία της φύσης, του τόπου τους, των κοινωνικών και φυσικών αγαθών. Θεωρούμε βασική προϋπόθεση το συντονισμό όλων αυτών των κινημάτων με κοινά αιτήματα πάλης και επιβολής, για να νικήσουμε στον αγώνα μας για την υπεράσπιση της φύσης και της κοινωνίας απέναντι στο κεφάλαιο και τις επιδιώξεις του. Τις μάχες που δίνει ο καθένας στην περιοχή του δεν τις αντιλαμβανόμαστε ως τοπικά προβλήματα· τις αντιλαμβανόμαστε ως μάχες ενός συνολικού κινήματος, που παλεύει ενάντια στην κατ’ επίφαση ανάπτυξη, που στο σημερινό σύστημα καταστρέφει ζωές και περιβάλλον.
Πώς μια συνέλευση στην πόλη της Καρδίτσας, στον κάμπο με άλλα λόγια, συνδέεται με έναν αγώνα στο ορεινό κομμάτι του νόμου;
Οι αγώνες μας δόθηκαν και συνεχίζουν να δίνονται τόσο στο βουνό όσο και στην πόλη και η βάση τους αφορά στην επέκταση των επενδυτικών σχεδίων στη ζωή όλων μας. Επιπλέον, στην Ανοιχτή Συνέλευση συμμετέχουν και σύλλογοι των ορεινών χωριών. Για να πούμε την αλήθεια, όταν το σχέδιο για αιολικές εγκαταστάσεις εκπορεύεται από επενδυτικούς ομίλους, όχι απλώς τον Καρδιτσιώτικο κάμπο αφορά, αλλά και όλη την επικράτεια.
Στον κάμπο η κυρίαρχη παραγωγική διαδικασία είναι οι αγροτικές καλλιέργειες. Ο αγροτικός κόσμος του νομού συνδέεται και αλληλοεπιδρά με τον αγώνα ενάντια στα αιολικά;
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα για τον πρωτογενή τομέα, το γνωστό «περιβαλλοντικό» τέλος του νερού, που φτάνει στο ύψος των 11 ευρώ ανά στρέμμα στην περιοχή της Καρδίτσας και πληρώνεται κατευθείαν στο Πράσινο Ταμείο· ποσό το οποίο δεν έχει ακόμα επιβληθεί λόγω των έντονων αντιδράσεων που υπήρξαν, με την ανακοίνωση του μέτρου. Ο πρώην Υπουργός Ενέργειας Χατζηδάκης μας έχει γνωστοποιήσει ότι το υπάρχον έλλειμμα χρηματοδότησης των ΑΠΕ θα καλυφθεί από το Πράσινο Ταμείο… Με λίγα λόγια, οι αγρότες (που παράγουν) θα πληρώνουν τις ανεμογεννήτριες (που παράγουν αέρα κοπανιστό), τα φωτοβολταϊκά και τα εργοστάσια φυσικού αερίου κάθε μεγαλοβιομήχανου. Αυτό θα πρέπει να το λάβουν πολύ σοβαρά υπόψη όλοι οι αγρότες του θεσσαλικού (και όχι μόνο) κάμπου, για να αντιληφθούν τη σχέση του αγώνα τους με τον αγώνα ενάντια στην εγκατάσταση βιομηχανικών ανεμογεννητριών στα Άγραφα και την καταστροφή της φύσης.
Την ίδια ώρα το κράτος από τη μία επιλέγει να χρηματοδοτήσει μια κατασκευαστική εταιρεία για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στα Άγραφα, με κόστος 110 εκατομμυρίων ευρώ, και από την άλλη, επιλέγει να χρησιμοποιή- σει ΣΔΙΤ για τον εκσυγχρονισμό των αρδευτικών δικτύων του κάμπου της Καρδίτσας, που εξυπηρετεί χιλιάδες αγρότες. Το κόστος του εκσυγχρονισμού ανέρχεται περίπου στα 120 εκατομμύρια ευρώ. Προφανώς, με τη λειτουργία του ΣΔΙΤ στα αρδευτικά δίκτυα θα επέλθει και η παραχώρηση και η εκμετάλλευση των δικτύων στους ιδιώτες. Αντί να δώσει, δηλαδή, τα χρήματα για δημόσια και ποιοτικά δίκτυα άρδευσης, τα δίνει σε βιομηχανικά αιολικά πάρκα και πουλάει τα δίκτυα σε ιδιώτες.
Παράλληλα, πλήθος μικρών και μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων από ιδιώτες επενδυτές μέσα στις κοίτες των ορεινών ρεμάτων και ποταμών οδηγούν σε μια ασύλληπτη καταστροφή του ορεινού φυσικού τοπίου – εκεί που γεννιέται το νερό, εκεί που είναι η «μάνα». Όμως, η καταστροφή δεν είναι μόνον αυτή η οποία φαίνεται με μια πρώτη ματιά. Η απρόσκοπτη διέλευση του νερού που γίνεται στη φύση εδώ και χιλιάδες χρόνια, πλέον θα μπαίνει στο ζύγι του ποσοστού κέρδους του ιδιώτη που έφτιαξε το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο. Δηλαδή, ο παραγωγός αγρότης δεν θα έχει το νερό για να καλλιεργήσει τα τρόφιμα, όποτε αυτός το έχει ανάγκη, αλλά όποτε συμφέρει τον ιδιώτη. Στο επόμενο βήμα και πιο κάτω θα βρίσκει τον ιδιώτη διαχειριστή δικτύων και τέλος, όταν και με όποιους όρους μπορέσει να παραγάγει, θα χρυσοπληρώνει όλους τους προηγούμενους και αυτούς που έχουν καταστρέψει τη φύση.
Ο νομός Καρδίτσας έχει πολύ μεγάλα ποσοστά ανεργίας. Πώς απαντάτε στο επιχείρημα ότι τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά μπορούν να δώσουν μεροκάματα ή σταθερό εισόδημα στους αγρότες;
Είναι αποδεδειγμένο από τη μέχρι σήμερα εμπειρία ότι τόσο κατά την κατασκευαστική περίοδο, όσο και κατά την περίοδο λειτουργίας, φωτοβολταϊκά και αιολικά έχουν πολύ μικρή συνεισφορά στη μόνιμη και σταθερή εργασία, και ιδιαίτερα στην τοπική αγορά εργασίας. Το κατασκευαστικό κομμάτι, το οποίο είναι σύντομο, το αναλαμβάνουν μεγάλες εταιρίες με εξειδίκευση από άλλες περιοχές. Κατά την περίοδο λειτουργίας, που φτάνει από 15 έως 20 έτη, οι ανάγκες σε ανθρώπινο προσωπικό για την παρακολούθηση είναι ελάχιστες έως μηδαμινές.
Όσον αφορά το σταθερό εισόδημα στους αγρότες από τα φωτοβολταϊκά, το ερώτημα μάλλον θα πρέπει να αντιστραφεί και να διατυπωθεί ως εξής: Πόσο είναι το εισόδημα το οποίο χάνουν οι αγρότες από τη λειτουργία τους; Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μια καταστροφική επιλογή και επιτρέπεται πλέον η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και σε γη υψηλής παραγωγικότητας (δηλαδή γη που μπορεί να καλλιεργηθεί με όλες τις καλλιέργειες).
Ταυτόχρονα, είναι ελάχιστοι και κυρίως μεγαλοπαραγωγοί αυτοί οι οποίοι μπορούν να χρηματοδοτήσουν την εγκατάσταση ενός δικού τους φωτοβολταϊκού, εξαιτίας του τεράστιου κόστους κατασκευής και της μεγάλης περιόδου απόσβεσης της επένδυσης. Από την άλλη, ο μικρός μέσος όρος του ιδιόκτητου κλήρου που υπάρχει στον νομό μας, οδηγεί τους αγρότες στην εύρεση ενοικιαζόμενων χωραφιών για καλλιέργεια.
Όμως, ραγδαία αυξάνονται οι παραγωγικές εκτάσεις μικροϊδιοκτητών, τις οποίες οι επιχειρήσεις δεσμεύουν για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών. Αυτές οι εκτάσεις φεύγουν από την καλλιέργεια, με συνέπεια να παρατηρείται σε κάποιες περιοχές έλλειψη γης για καλλιέργεια. Τέλος, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών οδηγεί στη μόνιμη έξοδο των συγκεκριμένων εκτάσεων από την καλλιέργεια, μιας και οι υποδομές που απαιτούνται είναι μόνιμες (τσιμέντα, σίδερα κ.λπ.) και δύσκολα μπορούν να απεγκατασταθούν. Εξάλλου, τα υλικά κατασκευής των πάνελ (βαρέα μέταλλα) είναι άκρως επικίνδυνα για το έδαφος. Σε περίπτωση ζημιάς και απορροής στο έδαφος, επέρχεται η μόνιμη μόλυνσή του.
Τα χωριά, και ιδίως τα πιο ορεινά, ερημώνουν από ανθρώπους. Γιατί συμβαίνει αυτό και πώς θα μπορούσε να αλλάξει;
Τα χωριά μας, ιδίως τα πιο ορεινά, έχουν καταντήσει μουσεία γερόντων και εργαζομένων στον τουρισμό, κύρια μεταφερόμενων από άλλες πόλεις. Η πληγή αυτή δεν είναι των τελευταίων χρόνων· ξεκινά από πολύ παλιά και έχει να κάνει με το παραγωγικό μοντέλο που υπηρετείται από τις κυβερνήσεις όλα αυτά τα χρόνια· ένα παραγωγικό μοντέλο που έφερε τεράστια ανεργία με αποτέλεσμα τη μετανάστευση, εσωτερική και εξωτερική. Η ένταξη, επίσης, στην ΕΕ, με ό,τι αυτή συνεπάγεται, οδήγησε μια ολόκληρη ιστορική περιοχή απίστευτης ομορφιάς στην ερήμωση. Εκτοπίστηκε η κτηνοτροφία, η μόνη παραγωγική δραστηριότητα που υπάρχει σε τέτοια υψόμετρα, ενώ συνιστά Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά, ενισχύοντας τη διατροφική αυτοδυναμία του τόπου μας και όχι μόνο. Η περιοχή των Αγράφων νοηματοδοτεί έναν τόπο φημισμένο για την άγρια ομορφιά του, το ανόθευτο φυσικό περιβάλλον του και την ιστορία του. Αυτός είναι ο πλούτος μας.
Πέρα από τις εναντιώσεις, μιλώντας για προτάσεις, ποια μορφή ανάπτυξης θα μπορούσαμε επιζητούμε για τα Άγραφα, ώστε να μπορέσει να επιβιώσει και να παραμείνει ο κόσμος στον τόπο του;
Η πρωτογενής παραγωγή (φυτική παραγωγή, αλλά κυρίως ζωική παραγωγή και δασικά προϊόντα και υλοτομία) έχει τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης λόγω των εδαφοκλιματικών συνθηκών και των φυσικών πόρων της περιοχής. Μπορούν να παραχθούν προϊόντα υψηλής ποιότητας σε ολόκληρη την περιοχή (σήμερα παράγονται σε πολύ μικρό βαθμό). Για να μπορέσει όμως το παραπάνω να επιτευχθεί, θα πρέπει να υπάρξει γενναία στήριξη των ίδιων των παραγωγών σε μέσα παραγωγής. Επίσης, θα πρέπει να υπάρχει και να υποστηριχθεί η κατασκευή υποδομών και υπηρεσιών προς τους παραγωγούς, όχι μόνο όμως στην πρωτογενή παραγωγή αλλά και στον τομέα των υπηρεσιών. Κανένας δεν μπορεί να μείνει και να ζήσει σε έναν τόπο που είναι μακριά από σχολείο, ιατρείο και δήμο.
Το δεύτερο σκέλος στον πυρήνα της λογικής της όποιας πρότασης ανάπτυξης θα πρέπει να εμπεριέχει την οργάνωση των παραγωγών και των υπηρεσιών σε πρωτοβάθμιους κοινωνικούς συνεταιρισμούς, οι οποίοι θα λειτουργούν αμεσοδημοκρατικά, αδιαμεσολάβητα, με συνελευσιακή μορφή, μακριά από εξαρτήσεις κομματικές ή κρατικές. Τα μέλη τους θα έχουν ίσες βοήθειες και ίσες υποχρεώσεις.
Το ζητούμενο τελικά για την κοινωνική πλειοψηφία δεν είναι να προσδέσει τις ελπίδες της στο ένα ή στο άλλο παραγωγικό μοντέλο, αλλά να χαράξει μια ανεξάρτητη από τα επιχειρηματικά κέντρα στρατηγική. Το παράδειγμα με τα αιολικά έχει και επιχειρηματικό-επενδυτικό αντίλογο, ο οποίος μιλάει για την τουριστική ανάπτυξη της ζώνης των Αγράφων, πάλι ουσιαστικά με όρους βιομηχανίας. Είμαστε με αυτό; Προφανώς και όχι.
Ποιά μέτωπα παραμένουν σήμερα ανοιχτά;
Τώρα, το ενδιαφέρον στρέφεται στις πλαγιές της Καράβας, της ψηλότερης κορυφής των Αγράφων (2.184 μέτρων) και της ευρύτερης περιοχής, που απειλούνται µε «ξεκοίλιασµα» για την εγκατάσταση αιολικών. Ενδεικτικά, σχεδιάζονται ένας αιολικός σταθμός της ΙΝΤΡΑΚΑΤ µε 4 Α/Γ στην κορυφή Καράβα στη νοτιοδυτική της ράχη και ένας της ΤΕΡΝΑ µε 8 Α/Γ στη βόρεια πλαγιά της Καράβας. Πιο βόρεια, οι εργασίες της ∆ΕΗ Ανανεώσιμες κατασκευής αιολικού σταθμού µε 8 Α/Γ στη θέση «Αέρας – Αφεντικό» στην περιοχή διάσελο Τυμπάνου συνεχίζονται αδιάκοπα. Για την κατασκευή του συγκεκριμένου αιολικού σταθμού να θυμίσουμε ότι έγιναν τρεις διακοπές έπειτα από τις καταγγελίες προς τις αρμόδιες υπηρεσίες, που αποτέλεσαν την αφορμή να διαπιστωθούν παραβάσεις. Εντούτοις, η καταστροφή συνεχίζεται ραγδαία.
Πριν λίγες εβδομάδες, αδειοδοτήθηκε από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ένα νέο αιολικό εργοστάσιο στην περιοχή των Αγράφων, αυτή τη φορά στη Λίμνη Πλαστήρα. Συγκεκριμένα, δόθηκε άδεια για εγκατάσταση 9 ανεμογεννητριών γιγαντιαίων διαστάσεων (180 μ. του πυλώνα και 130μ. φτερωτής) στην περιοχή «Ζυγουρολίβαδο» Αν. Αργιθέας και «Παλιό Μανδρί» Δήμου Μουζακίου, επάνω από τη λίμνη Πλαστήρα. Με τη νέα απόφαση διπλασιάζεται η ισχύς 4,8 MW για κάθε μία, αντί 2,3MW που αρχικά είχε προβλεφθεί.
Γι’ αυτό, καλούμε κάθε σύλλογο, κάθε κάτοικο της Καρδίτσας, της περιοχής της Λίμνης Πλαστήρα και της ευρύτερης περιοχής των Αγράφων σε διαρκή επαγρύπνηση και αγώνα, για να μπλοκάρουμε τους σχεδιασμούς που φέρνουν την ακρίβεια και θέλουν να μετατρέψουν την περιοχή σε μια απέραντη βιομηχανική ζώνη από μπετό και παλιοσίδερα, από αποψιλωμένα δάση και ερημωμένα χωριά. Ο μόνος δρόμος, για να νικήσουμε, είναι ο δρόμος του αγώνα. Δεν περιμένουμε από κανέναν σωτήρα να μας δώσει τη λύση. Βασισμένοι στις δικές μας δυνάμεις, με ενότητα και συντονισμό, να αγωνιστούμε για ζωή, υγεία, γη και ελευθερία. Να συνεχίσουμε με μεγαλύτερη ένταση τον μαζικό και μαχητικό αγώνα που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια. Να μην ξεχνάμε ότι τα βουνά μένουν «απάτητα», όταν υπάρχουν οι άνθρωποι που τα υπερασπίζονται με τη δράση τους.