Ο τελευταίος σε αυτή την κορυφή. Είχα μείνει μόνος από τότε που ο γιός μου μία μέρα εξαφανίστηκε. Γιατί; Δεν ξέρω… Τώρα μιλάω με το βουνό, αυτό μου λέγει που να βρω τροφή κι εγώ του εξιστορώ ιστορίες του ουρανού που μου λένε τα σύννεφα.
Τις μέρες με συννεφιά, θυμάμαι… και το σώμα μου πονάει. Ακόμα λείπουν αυτά τα δύο φτερά στη δεξιά μου φτερούγα. Δεν κατάλαβα ποτέ αν χτυπήθηκα ή αν έπεσαν από τον φόβο μου. Αυτός ο μεταλλικός κρότος… δεν θα τον ξεχάσω ποτέ. Ήταν σαν κεραυνός που γεννήθηκε για να σε σκοτώσει. Πήγαινε από τη γη στον ουρανό. Έτσι το κατάλαβα και το απέφυγα τελευταία στιγμή.
Ο χειμώνας έρχεται και με σπρώχνει στα πιο χαμηλά, εκεί που δεν είμαι πλέον μόνος. Όλα με φοβούνται γιατί τους θυμίζω ότι θα πεθάνουν. Από τη φωλιά μου στα χαμηλά, τα βράδια βλέπω κόκκινα αστέρια, πιο κοντά από τα άλλα. Όλα μαζί με καλούν, τρεμοπαίζοντας.
Ένα βράδυ πέταξα μακριά από την κορυφή μου. Τα κόκκινα αστέρια ήταν η αφορμή. Εγώ πραγματικά έψαχνα τον γιο μου. Πλησιάζοντας, άκουσα μεγάλα φτερουγίσματα. Ποιός είναι αυτός που κυβερνά σε αυτόν τον τόπο;
Ποιός με προκαλεί;
Δεν βλέπω τίποτα πέρα από τα αστέρια που ολοένα γίνονται μεγαλύτερα.
Είναι αστέρια με φτερά! Υποτάσσομαι στη μεγαλειότητα τους και προσφέρω τη ζωή μου σε εσάς.
Γιέ μου έρχομ…
“Νεκρός βρέθηκε ένα ακόμα γύπας που χτυπήθηκε από μία Ανεμογεννήτρια στο νέο αιολικό πάρκο στην οροσειρά…“