Πόσα χιόνια βροχές και αέρηδες έχεις ζήσει ρε περιπτερακι;! Είδες το χωριό να ξενιτευεται, να ερημώνει, να ξαναγεμίζει φωνές και παιδιά μονο το καλοκαιράκι. Καποτε ήσουν ανοιχτό, θυμάμαι τον παππού να με στέλνει για τσιγάρα, όταν ερχόμουν στο χωριό. Τα γεροντάκια να αράζουν σε ένα ξύλινο τραπέζι πλάι σου. Φρεσκοβαμενο και περιποιημένο καρτερούσες τον κόσμο που επέστρεφε στην όμορφη ορεινή γη. Κι έπειτα απέμεινες βουβό μεσ’ του καιρού την ερημιά. Τώρα εκεί πάνω σαν στοιχειά. Το σχολείο το όμορφο, χτισμένο με πέτρα, οι εκκλησίες οι παλιές, τα έρημα σπιτάκια τα μισογκρεμισμένα, το περίπτερο. Τόποι, ορόσημο της ομορφιάς, της Ιστορίας και της εγκατάλειψης. Τόποι που αφού οι καπιταλιστικές σχέσεις τους ερήμωσαν, τώρα έρχονται οι δαγκάνες και τα μπετά των αιολικών να ρημάξουν τη φύση, τα ελάτια τις κορφές και τα ποτάμια που μέρα και νύχτα συνεχίζουν ακατάπαυστα το αιώνιο βουητό τους. Φυλακτή Καρδίτσας, Άγραφα! Να μην μας μείνουν μόνο οι αναμνήσεις.