Βρε περιπτεράκι.

Πόσα χιόνια βροχές και αέρηδες έχεις ζήσει ρε περιπτερακι;! Είδες το χωριό να ξενιτευεται, να ερημώνει, να ξαναγεμίζει φωνές και παιδιά μονο το καλοκαιράκι. Καποτε ήσουν ανοιχτό, θυμάμαι τον παππού να με στέλνει για τσιγάρα, όταν ερχόμουν στο χωριό. Τα γεροντάκια να αράζουν σε ένα ξύλινο τραπέζι πλάι σου.