Αέρας-Αφεντικό, μέρος 3ο.

Οι παραμυθούδες κοιτάχτηκαν στα μάτια μα λέξη δεν έβγαλαν απ’ το στόμα τους. Σιωπή. Ακινησία. Μονάχα μία η πιο βασανισμένη από όλες έκανε μια κι έβγαλε απ’ τη δεξιά τσέπη της μαύρης της της φορεσιάς ένα υφαντό που έμοιαζε να είναι ασημοκεντημένο με την πιο λεπτεπίλεπτη μεταξωτή κλωστή του κόσμου όλου.

Αέρας – Αφεντικό – μέρος 2ο

Όσοι ζούσαν εκείνα τα χρόνια στα χωριά της Αργιθέας δεν είχαν ματαδεί αντάρα τέτοια. Είχε φτάσει η πιο μεγάλη νύχτα. Η νύχτα της πάλης του Αέρα με το Αφεντικό. Το Αφεντικό καταπατούσε την πολυπόθητη κορφή κι ένοιωθε, μαζί με τη βροχή, να μεγαλώνει και η δύναμή του.

Αέρας – Αφεντικό.

Aυτή η ιστορία είναι μια ιστορία απ΄το μέλλον, όπου η παράδοση των παραμυθιών επιβιώνει ακόμα όπως και τα βουνά. Οι παραμυθούδες των χωριών της Αργιθέας ανταμώνουν στις κεντρικές πλατείες και τη λεν’ στα μεγάλα και στα μικρά παιδιά που μαζεύονται γύρω τους.

Ορεσίβιοι αγαποθρήνοι.

Μια φορά κι έναν καιρό στα ξακουστά βουνά των Αγράφων ζούσαν δύο πουλιά, δύο αηδόνια, το μαύρο και το κόκκινο αηδόνι. Τα δύο πουλιά ήταν πολύ αγαπημένα παρότι είχαν χτίσει τις φωλιές τους σε αντικριστές κορυφές του βουνού, καθώς το ένα αηδόνι, το κόκκινο, ήταν του βορρά και το άλλο αηδόνι,το μαύρο, ήταν του νότου.