Το καλοκαίρι του 2020 μία πρωτοβουλία Αργιθεατών ξεκίνησε τη συγκέντρωση υπογραφών εναντίωσης στην επέλαση των ανεμογεννητριών στην περιοχή. Και είχε κάθε λόγο γι’ αυτό, όπως διαβάζουμε σε εκείνο το πρώτο ψήφισμά τους: «Στο βωμό ενός στρεβλού μηχανισμού οριοθέτησης των περιοχών ενεργειακής προτεραιότητας, η απάτητη μέχρι προ ολίγου Αργιθέα, οδηγείται με ευθύνη της Ελληνικής πολιτείας για πρώτη φορά στην γνωστή ιστορία της σε μια άνευ όρων αναγκαστική παράδοση. Τα πλέον πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία των αρμόδιων αρχών, λίγο πολύ εκκωφαντικά: Παραβλέποντας τις αιτήσεις αδειοδότησης που τελούν υπό αξιολόγηση, στην Αργιθέα των 373 τ. χμ. (λιγότερα δηλαδή της έκτασης της Άνδρου!) και εγγύς των ορίων αυτής, μετρώνται ήδη 17 ενεργές άδειες κατασκευής αιολικών πάρκων και 14 υδροηλεκτρικών σταθμών σε κατάσταση εγκατάστασης, παραγωγής ή λειτουργίας με ανοιχτά ακόμα περιθώρια πολλαπλασιασμού τους έως ότου εξαντληθεί η κατά το νόμο φέρουσα ικανότητα της περιοχής.
Φωτό / Βασίλης Στάθης. Λιβάδια Πετρίλου, Αργιθέα.
Λίγο πριν το βιώσιμο μέλλον της Αργιθέας καταστεί μια υπόθεση αμετάκλητα χαμένη, θυμίζουμε, πως τριάντα και πλέον τώρα χρόνια ο τόπος μας μετρά πληγές: από το κυριολεκτικό ξεκοίλιασμα εκτεταμένων αλπικών εκτάσεων που προκάλεσε η άναρχη διάνοιξη δρόμων τη δεκαετία του ΄80 στην προοπτική ανάπτυξης της ορεινής κτηνοτροφίας, από την εξαΰλωση του δυτικού μας μετώπου που προκάλεσαν τα έργα του μεγαλόπνοου αλλά αναξιοποίητου έως σήμερα φράγματος Συκιάς και την ολική “εκτροπή“ ανταποδοτικών λόγων και πράξεων από πλευράς των εμπνευστών, από τα απόνερα της συστηματικής καταπάτησης των περιβαλλοντικών όρων και την άνθηση πάσης φύσεως παραβατικών πρακτικών κατά του οικοσυστήματος, συνέπεια του πλημμελούς ελεγκτικού μηχανισμού από πλευράς της πολιτείας.
Κι όμως! Παρά τις πληγές της η Αργιθέα εξακολουθεί να απασχολεί διεθνείς θεσμικούς οργανισμούς ως ένα από τα τελευταία ζωντανά οικουμενικά μνημεία περιβαλλοντικής καθαρότητας. Περιοχές του δικτύου Natura, βιότοποι, καταφύγια άγριας ζωής, τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, τμήματα του Ευρωπαϊκού δικτύου μονοπατιών, στελεχώνουν τον “κορμό“ της, καλύπτοντας πάνω από το ένα τρίτο της έκτασής της. Ότι μένει δεν είναι παρά πανάρχαια αλπική χλωρίδα, τρεχούμενα νερά, ελληνιστικά, μεταβυζαντινά μνημεία, παραδοσιακά πετρογέφυρα, μικρά οικιστικά σύνολα και τεκμήρια των πρώτων δειλών προσπαθειών τουριστικής και γεωργοκτηνοτροφικής δραστηριοποίησης, τα μόνα μέχρι στιγμής ελκυστικά πεδία βιοπορισμού και περιορισμού της πληθυσμιακής αποψίλωσης.
Κάπου εδώ εντοπίζεται το παράδοξο. Αυτός ο τόπος που σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, τα αναπτυξιακά προγράμματα, τις εθνικές χωροταξικές και περιβαλλοντικές στρατηγικές πληροί τις προϋποθέσεις να καταστεί πρότυπο ορεινής βιώσιμης ανάπτυξης, τυγχάνει ταυτόχρονα να θεωρείται “πυλώνας“ της ενεργειακής πολιτικής. Αυτά τα μέρη που υποτίθεται ότι θα διάλεγε κάποιος να πάει για να νιώσει το δέος της θείας δημιουργίας, προκρίνονται τώρα ως ιδανικό πεδίο βαριάς επιχειρηματικής δραστηριοποίησης. Στον τόπο από τον οποίο η πολιτεία προσβλέπει να δράξει από την προσθετική αξία ποιοτικού τουριστικού προϊόντος και προϊόντων πρωτογενούς παραγωγής εγγυημένης προέλευσης, διακυβεύεται ανοιχτά η ποιότητα των φυσικών του πόρων. Ένας ακόμα από τους τελευταίους σοβαρούς πνεύμονες της χώρας, φαίνεται τώρα να πληρώνει αναίτια και δυσανάλογα το μάρμαρο της βίαιης απολιγνιτοποίησης της χώρας.
1.164 υπογραφές
Στα μέσα του Μάρτη, με μία καταληκτική της ανακοίνωση η πρωτοβουλία γνωστοποιούσε τη συγκέντρωση 1.164 υπογραφών οι οποίες και εστάλησαν σε φορείς. Μεταξύ άλλων απολογίζουν και αυτήν την κίνησή τους.
«Υπό την πίεση μιας σειράς νέων υπό αξιολόγηση έργων και του γεγονότος ότι οι περιορισμοί στην κυκλοφορία λόγω της πανδημίας συνεχίζουν να εκλαμβάνονται ως ευκαιρία απρόσκοπτης ολοκλήρωσης επιβλητικών υποδομών άνευ αντικειμενικής δυνατότητας ελέγχου (Κατασκευή υποσταθμού υπερυψηλής τάσης στον αυχένα Τυμπάνου, εγκατάσταση νέων ανεμολογικών ιστών, κ.α.), η επίσπευση της παρούσας προσπάθειας κατέστη – όπως ήδη έχει γραφτεί – επιβεβλημένη. Η άμεση αποτύπωση αρχών και θέσεων των ίδιων των θιγόμενων κατοίκων αναφορικά με το ζήτημα, αποτελεί στο πλαίσιο αυτό ένα αξιοποιήσιμο δεδομένο το οποίο πλέον τελεί εις γνώση όλων όσων μπορούν με τη στάση τους να καθορίσουν την επόμενη μέρα για τον τόπο. Πέραν του όποιου βάρους δημιουργεί η αριθμητική δυναμική της κίνησης, θα πρέπει ταυτόχρονα να συνυπολογιστεί ένα παράπλευρο αλλά όχι υποδεέστερο κέρδος.
Οι ίδιες οι ανάγκες σχεδιασμού, επικοινωνίας και συλλογής των υπογραφών, αποτέλεσαν αφορμή συζητήσεων, ενημέρωσης, διάχυσης ιδεών και δημιουργίας ενός κλίματος κατάλληλου για τη συγκρότηση ενός δικτύου ατόμων από κάθε γωνιά του τόπου, αποφασισμένων να δράσουν εφόσον πλέον γίνεται αντιληπτό ότι ο αγώνας, ανεξάρτητα από την τελική του έκβαση, θα πρέπει να δοθεί. Για λόγους ιστορικούς. Για λόγους βάσιμους και ουσιαστικούς. Με επίκεντρο την ενημέρωση και την αξιοποίηση κάθε δυνατού νόμιμου μέσου. Υπό αυτό συνεπώς το πρίσμα, ένας εκ των βασικών στόχων της πρωτοβουλίας έχει σε μεγάλο βαθμό επιτευχθεί.
Ακόμα όμως και η διεκπεραίωση αυτού του εγχειρήματος, αποτελεί από μόνο του ένα ξεχωριστής σημασίας γεγονός από το οποίο απορρέει ένα ιδιαίτερα ελπιδοφόρο μήνυμα: Ότι, παρά τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που δημιούργησε -από την έναρξη ήδη της προσπάθειας- η πανδημία, τις πληγές που άφησε πίσω του ο «Ιανός», την απουσία τοπικού έντυπου μέσου, την άγνοια, την καχυποψία, την ημιμάθεια, την παραπληροφόρηση, τις σχέσεις εξάρτησης από κάθε είδους μικροσυμφέροντα που καθορίζουν τη στάση μιας μερίδας πατριωτών, υπάρχουν Αργιθεάτες που αφουγκράζονται το διακύβευμα των καιρών, που προβληματίζονται και είναι σε θέση όταν απαιτείται να συντονίζονται, να αυτοοργανώνονται, να λειτουργούν υπερβατικά και να αγωνίζονται για τον κοινό σκοπό εκτιθέμενοι δημόσια, πάνω από θώκους και ιδιότητες, αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι ορισμένα από τα ιστορικά γνωρίσματα και τα ένστικτα των ανθρώπων αυτού του τόπου παραμένουν ζωντανά. Με την ευχή η προσπάθεια τούτη να πιάσει τόπο».