Ας ξεκινήσουμε με μια υπόθεση. Ζούμε σε ένα χωριό κάπου εκεί έξω και ένα πρωί πηγαίνουμε στο δάσος για να κάνουμε μια αγροτική εργασία. Από τους σπινθήρες ενός εργαλείου μας προκαλείται πυρκαγιά, η οποία ξεφεύγει και μέχρι το απόγευμα έχει επεκταθεί σε χιλιάδες στρέμματα. Τις επόμενες ημέρες, στα χωριά και στις πόλεις, στους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, οι συζητήσεις είναι κατηγορηματικές και ζητούν ευθύνες από τα έλατα και τα πουρνάρια, για ποιον λόγο καίγονται. Για αυτόν που προκάλεσε την φωτιά ούτε λόγος!
Εάν μεταφέρουμε αυτήν την υπόθεση στην πραγματικότητα που ζούμε αυτούς τους μήνες, το παράδειγμα θα μπορούσε να γίνει κάπως έτσι: ένα παθογόνο ζει στον οργανισμό ενός ζώου χωρίς απαραίτητα να του προκαλεί κάποια ασθένεια. Ξαφνικά, στους οικότοπους όπου ζουν αυτά τα ζώα εμφανίζονται κάποιοι φιλόδοξοι άνθρωποι οι οποίοι τους καταστρέφουν για εξορύξεις, για υλοτομία, για βιομηχανική καλλιέργεια, για την αντικατάστασή τους με μονοκαλλιέργειες. Πέρα από τα φιλόδοξα επενδυτικά τους μεγαπρότζεκτ και τις τσέπες που γίνονται όλο και πιο παχυλές, αυτοί οι άνθρωποι κουβαλούν μαζί τους και την μοναδική ευκαιρία γι΄αυτά τα παθογόνα να αποικίσουν νέους ξενιστές, ώστε να επιβιώσουν και να πολλαπλασιαστούν. Σε αυτό το πραγματικό σενάριο στα χωριά και στις πόλεις, στους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, οι συζητήσεις θα εστιάσουν στην ενοχοποίηση των ζώων ή και των πληθυσμών όπου πρωτοεμφανίστηκαν τα άτιμα τα παθογόνα [Katie Rogers, Politicians’ Use of “Wuhan Virus” Starts a Debate Health Experts Wanted to Avoid, New York Time, March 2020] και όχι στην καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.
Στις παρακάτω γραμμές θα επιχειρηματολογήσουμε πάνω στο συλλογισμό ότι η πραγματική ιστορία των σύγχρονων επιδημιών ή πανδημιών δεν αφορά το πώς τα ζώα (και τα μικρόβιά τους) εισβάλλουν στον ανθρώπινο κόσμο μας, αλλά για το πώς εμείς εισβάλλουμε στον δικό τους.
Από τη δεκαετία του ’40 εκατοντάδες νέα παθογόνα τα οποία προέρχονται από ζώα έχουν προκαλέσει επιδημίες ή πανδημίες. Σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature, ενώ την δεκαετία του ’50 αναφέρθηκαν 30 νέες μολυσματικές ασθένεις, την δεκαετία του ’80 ο αριθμός αυτός ανέβηκε σχεδόν στις 100. Οι μολυσματικές ασθένειες εμφανίζονται πιο γρήγορα σήμερα απ΄ότι στο παρελθόν, και ένας από τους λόγους αυτής της αύξησης είναι ο τρόπος που εννοούμε τα οικοσύστηματα γύρω μας, το πώς εισβάλλουμε και τα καταστρέφουμε.
Τα οικοσυστήματα λειτουργούν με έναν τρόπο παρόμοιο με το ανθρώπινο σώμα: Όταν είναι ισχυρά και υγιή -που σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν διαφορετικό χώρο στους υγιείς πληθυσμούς τους- είναι πιο ανθεκτικά στις ασθένειες. Τί γίνεται όταν χάνεται αυτή η δυνατότητα; Τί γίνεται όταν εκατομμύρια στρέμματα αποψιλώνονται και τα ζώα στριμώχνονται να επιβιώσουν σε κάποιες νησίδες πρασίνου; Κάθε χρόνο, μια έκταση τροπικών δασών σχεδόν όση η Βρετανία, λεηλατείται στο όνομα της ανάπτυξης, της κερδοφορίας και του δυτικού ευδαιμονισμού [Fiona Harvey, World losing area of forest the size of the UK each year, report finds, The Guardian, September 2019]. Τα μεγαλύτερα σε έκταση τροπικά δάση βρίσκονται στην Λατινική Αμερική, στην Αφρική και στην νοτιοανατολική Ασία. Αποικιακές δραστηριότητες όπως η υλοτομία ή οι εξορύξεις διαταράσσουν, υποβαθμίζουν και εν τέλει καταστρέφουν τα οικοσυστήματα, φέρνουν τους αποίκους σε άμεση επαφή με τα ζώα και προσφέρουν στους ιούς έναν νέο οικοδεσπότη, την ευκαιρία να μεταφερθούν σε έναν νέο ξενιστή. Και φυσικά θα την αρπάξουν! Όταν καταστρέφουμε το δάσος όπου ζουν οι νυχτερίδες, αυτές δεν θα εξαφανιστούν. Αλλά θα έρθουν στα ψηλότερα δέντρα της αυλής ή του αγροκτήματός μας κάνοντας πιο εύκολη την περιστασιακή επαφή μας με τις εκκρίσεις τους. Όταν στην επαρχία Χουπέι της Κίνας κατασκευάστηκε στο ποταμό Yangtze το “φράγμα των τριών φαραγγιών”, το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας στον κόσμο, καταστράφηκε ο βιότοπος πολλών ζώων που ζούσαν στην περιοχή, μεταξύ αυτών και των νυχτερίδων. Αναρωτήθηκε κανείς ή καμία που να πήγαν αυτές άραγε; Πληθυσμοί ζώων που είναι κρίσιμοι για την υγεία και την ισορροπία των οικοσυστημάτων, όπως οι ελέφαντες ή οι ρινόκεροι, αποδεκατίζονται. Τα αρπακτικά είδη εξαφανίζονται με αποτέλεσμα αυτά που αποτελούν θηράματά τους, οι αρουραίοι και τα ποντίκια, φορείς πολλών παθογόνων, να πολλαπλασιάζονται.
Η μετατροπή των τροπικών δασών σε γεωργικές εκτάσεις και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις αποτελεί μια επικερδής επιχείρηση. Οι πολύμηνες πυρκαγιές στον Αμαζόνιο (3.769 τετραγωνικά χιλιόμετρα καταστράφηκαν σε έναν χρόνο) και η πολιτική τους διαχείριση από τον ακροδεξιό πρόεδρο της Βραζιλίας Μπολσονάρο είναι ένα πρόσφατο παράδειγμα. Ένα παράδειγμα όχι εξαίρεσης αλλά κανονικότητας, η οποία πετσοκόβει τα δάση και στερεύει τα ποτάμια [Ernesto Londoño, Letícia Casado, Amazon Deforestation in Brazil Rose Sharply on Bolsonaro’s Watch, New York Time, November 2019].
Όταν στην Αμαζονία καλλιεργείται το 80% της παγκόσμιας παραγωγής σόγιας, οι πυρκαγιές εξασφαλίζουν άμεσα μεγάλες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και η τέφρα γίνεται ένα εξαιρετικό φυσικό λίπασμα. Μια περιοχή πλούσια σε κοιτάσματα αλουμινίου, χρυσού και πετρελαίου συγκροτεί γύρω της μια τεράστια βιομηχανία εξορυκτικών δραστηριοτήτων, νόμιμων, αλλά και παράνομων φυσικά. Στην Μαλαισία μπορείς να οδηγείς για ώρες και το μόνο που να βλέπεις γύρω σου είναι απέραντες φυτείες φοινικέλαιου [Kate Lamb, Illegally planted palm oil already growing on burnt land in Indonesia, The Guardian, November 2015]. Η οικονομία του καπιταλισμού μέσα στα τροπικά δάση βλέπει τις ανεξάντλητες δυνατότητες αύξησης των ακαθάριστων εγχώριων προϊόντων και του κύκλου των εξαγωγών. Αλλά όχι ότι η ισοπέδωσή τους σχετίζεται περίπου με το 30% των γνωστών αναδυόμενων ασθενειών. Ούτε ότι το 60% των φαρμάκων που αναζητήθηκαν βρέθηκαν ως μόρια σε ένα τροπικό δάσος ή σε έναν ύφαλο.
Ο καπιταλισμός θέτει το χρήμα στο επίκεντρο. Μέσα από την αντίθεση κέρδους και ζημιάς αναπαράγεται και αντιλαμβάνεται τον εαυτό του. Οι κοινωνίες και τα φυσικά περιβάλλοντα ορίζονται μέσα σε αυτήν την αντίθεση, στο ακραίο σημείο της δυνατότητας (ή του “δικαιώματος”) ύπαρξής τους ή όχι. Η επιστήμη των environmental economics (οικονομία του περιβάλλοντος) είναι η τεχνοκρατική προσπάθεια των αφεντικών να επαναθέσουν με “πράσινους όρους” τη λεηλασία της φύσης. Είναι εκείνα τα think tank (δεξαμενές σκέψης) που μιλούν με μια οικολογική γλώσσα η οποία παθαίνει κράμπες μόνο στο βαθμό που η καταστροφή του περιβάλλοντος μπορεί να επιφέρει αποτυχία ή μείωση των κερδών των αγορών.
Της πειρατείας στη Σομαλία προηγείται η δυνατότητα των ψαράδων της περιοχής να μπορούν να ψαρέψουν στα ανοιχτά για να τραφούν με πρωτείνες [Iskashato, Αδέρφια της ακτής, Στάσει Εκπίπτοντες, 2019]. Της μαζικής μετακίνησης στα αστικά κέντρα της Ασίας προηγείται η δυνατότητα των φτωχών αγροτών να βγουν και να συλλέξουν το φυλλόστρωμα για τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατά τους. Η δυνατότητα των συζύγων τους να συλλέξουν ξύλα απ΄το δάσος για να ζεσταθούν ή να μαγειρέψουν. Γύρω από τα οικοσυστήματα συγκροτούνται αίτια και το αιτιατά με όρους επιβίωσης. Μία έρευνα που έγινε σε Βραζιλία, Ινδία και Ινδονησία έδειξε ότι μπορεί τα μετρήσιμα πλεονεκτήματα από την προστασία των οικοσυστημάτων να αντιστοιχούν σε πολύ μικρά ποσοστά του ΑΕΠ αυτών των χωρών -2%, 4%, 8%, 15%- ωστόσο εάν μετρηθούν με βάσει το πόσο πολύ αναγκαία είναι για τους φτωχούς πληθυσμούς τους τα ποσοστά ανεβαίνουν στο 45%, στο 75%, στο 90% [Pavan Sukhdev, Put a value on nature!, TEDGlobal 2011]. Αλλά, αλήθεια, ποιός νοιάστηκε για τους φτωχούς αυτού του κόσμου;
Τα παραδείγματα
▪ Το φθινόπωρο του 1998, μετά τις τεράστιες ινδονησιακές δασοπυρκαγιές της προηγούμενης χρονιάς, εμφανίστηκε στην Μαλαισία ο ιός Nipah. Ένα τεράστιο σύννεφο αιθαλομίχλης είχε παραμείνει στάσιμο τουλάχιστον για μια εβδομάδα πάνω από ολόκληρη την νοτιοανατολική Ασία αναγκάζοντας τις φρουτοφάγες νυχτερίδες να αναζητήσουν τροφή σε καλλιέργειες μάνγκο. Ο ιός μέσω των χοίρων, που επίσης έτρωγαν μάνγκο, πέρασε στους ανθρώπους προκαλώντας θανάτους από ταχεία εγκεφαλίτιδα. Στο Μπαγκλαντές η μετάδοση του ιού προκλήθηκε από νυχτερίδες οι οποίες έπιναν νερό από δοχεία που χρησιμοποιούνταν και για τη συλλογή χυμού από φοίνικες. Εκείνες οι δασικές πυρκαγιές δεν προέκυψαν τυχαία (είναι εξάλλου οι φθηνότερες και πιο γρήγορες λύσεις για την εκκαθάριση της γης για τη μετατροπή της σε καλλιέργειες) αλλά ήταν η κορυφή μιας συστηματικής αποψίλωσης των τροπικών δασών της Σουμάτρα από το 1950 και μετά, για φυτείες βιομηχανικής ξυλείας παραγωγής χαρτιού και χαρτοπολτού και για βιομηχανικές καλλιέργειες φοινικέλαιου. [Rebecca Wright, Ivan Watson, Tom Booth, Masrur Jamaluddin, “Borneo is burning. How the world’s demand for palm oil is driving deforestation in Indonesia“, 2019, CNN, special report] Οι υποσχέσεις μίας από τις μεγαλύτερες χαρτιοβιομηχανίες στον κόσμο, της Asia Pulp and Paper, για τη δημιουργία “διαδρομών άγριας ζωής” ώστε να μην έρχονται τα είδη του δάσους σε επαφή με τους υλοτόμους και η καθιέρωση νεκρών ζωνών που θα απαγορεύουν την υλοτομία κοντά σε κατοικημένες περιοχές, δεν είναι τίποτα άλλο παρά έμμεσες παραδοχές του βαθμού ισοπέδωσης των δασών.
▪ Το 2002, το ξέσπασμα της ελονοσίας στο Μαλαισιανό Βόρνεο της νοτιοανατολικής Ασίας, δεν οφειλόταν στο γνωστό στέλεχος Plasmodium το οποίο μεταδίδεται με τα κουνούπια, αλλά σε ένα άλλο στέλεχος το οποίο μόλυνε και πολλαπλασιαζόταν στις μαϊμούδες μακάκους που ζούσαν στα δάση της περιοχής. Αυτό το στέλεχος είναι σήμερα η πιο κοινή αιτία ελονοσίας σε ολόκληρη της νοτιοανατολική Ασία. Η αποψίλωση των δασών (σύμφωνα με μια μελέτη του 2016) για την παραγωγή φοινικέλαιου έχει σαν αποτέλεσμα οι μακάκοι της περιοχής να συσσωρεύονται στους μικρούς θύλακες των δασών που απέμεναν, ενώ την ίδια στιγμή τα κουνούπια μετέφεραν τους τόπους αναπαραγωγής τους πιο κοντά στους ανθρώπινους οικισμούς εφόσον δεν υπήρχαν τα δάση. Τα κουνούπια τρέφονταν από τους (μολυσμένους) πιθήκους και μετέδιδαν την ασθένεια στους οικισμούς αλλά και σε όσους εργάζονταν στις παρακείμενες φυτείες φοινίκων.
▪ Ο ιός του δυτικού Νείλου είναι ένας ιός των αποδημητικών πουλιών της Αφρικής. Αυτά τα πουλιά βρίσκονταν στην βόρεια Αμερική για εκατοντάδες χρόνια αλλά ποτέ δεν είχαν προκαλέσει κάποια νόσο μέχρι το 1999. Η βιοποικιλότητα των πουλιών περιελάμβανε πολλά και διαφορετικά είδη. Από τρυποκάρυδους και ραλλίδες (που είναι αρνητικοί φορείς του ιού) μέχρι κοράκια και κοκκινολαίμηδες (που είναι θετικοί φορείς). Όταν οι τρυποκάρυδοι και οι ραλλίδες άρχισαν να εξαφανίζονται αυτοί που έμειναν σε μεγάλο πληθυσμό ήταν οι θετικοί φορείς του ιού του δυτικού Νείλου, οπότε και ήταν πιο πιθανό και εύκολο ένα κουνούπι να τσιμπήσει ένα μολυσμένο πουλί και στη συνέχει να τσιμπήσει και έναν άνθρωπο.
▪ Το 2009, η επιδημιολόγος Amy Vittor [Amy Y. Vittor, Linking Deforestation to Malaria in the Amazon: Characterization of the Breeding Habitat of the Principal Malaria Vector, Anopheles darlingi, 2009] δημοσίευσε μία έρευνά της στο περουβιανό κομμάτι του Αμαζονίου σύμφωνα με την οποία ένας βασικός λόγος που εμφανίστηκε ένα στέλεχος που προκαλεί την ελονοσία (το Anopheles darlingi, το οποίο είχε εξαφανιστεί από τη δεκαετία του ’60) είναι η αποψίλωση των δασών. Οι έποικοι (υλοτόμοι, κτηνοτρόφοι, αγρότες) ανοίγουν δρόμους, πλάι στους οποίους συσσωρεύονται λιμνάζοντα νερά καθώς στερούνται συστημάτων αποστράγγισης ή δημιουργούνται μικρές λιμνοθάλασσες. Η απουσία αποχετευτικού δικτύου και οι σκόρπιες δεξαμενές συλλογής νερού στους οικισμούς που στήνονται, η δημιουργία τεχνητών νερών όπως αυτών των ιχθυοκαλλιεργειών και των πηγαδιών, οι διάδρομοι προσγείωσης που ανοίγουν οι χρυσοθήρες για τα αεροπλάνα τους, δημιουργουν εκ νέου ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την αναπαραγωγή στελεχών της ελονοσίας.
▪ Το 2010, στον νότιο Παναμά, υπήρξε άυξηση ενός ιού εγκεφαλομυελίτιδας ο οποίος μολύνει κατά βάση τα άλογα. Αυτή τη φορά, ωστόσο, ο ιός ανιχνεύθηκε και στους ανθρώπους, σε μικρά παιδιά. Ύστερα από δείγματα αίματος που λήφθησαν από 600 θηλαστικά της περιοχής σαν ξενιστές του ιού θεωρήθηκαν είτε ο αρουραίος του ρυζιού, είτε τα ποντίκια του ζαχαροκάλαμου, αμφότερα είδη που ζουν στα νεαρά δάση τα οποία μεγαλώνουν μετά την κοπή των τροπικών δασών [Katarina Zimmer, Deforestation Tied to Changes in Disease Dynamics, The Scientist, Janouary 2019].
▪ Στην κεντρική Αφρική η έλλειψη ψαριών λόγω της υπεραλίευσης από την Κίνα και από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αυξήσει το κυνήγι και την κατανάλωση άγριων ζώων -και δη των πιθήκων- με αποτέλεσμα την εξάπλωση ενός τύπου ευλογιάς που συναντάται σε αυτά τα ζώα.
▪ Το φθινόπωρο που μας πέρασε διάφορα διεθνή μήντια φιλοξένησαν άρθρα σύμφωνα με τα οποία για πρώτη φορά ο αριθμός των πλούσιων κινέζων ξεπέρασε εκείνον των αμερικανών (μιλάμε για 100 εκατομμύρια ανθρώπους με προσωπικές καταθέσεις από 109 χιλιάδες δολάρια και πάνω). Γράφανε, λοιπόν, ότι αυτή η νεόπλουτη τάξη, έχει “περίεργες συνήθειες”. Μόνο που σε μία χώρα όπου κάμποσες εκατοντάδες εκατομμύρια εργάτες εκδιώχθηκαν από τις αγροτικές επαρχίες, συνωστίζονται σε παραγκουπόλεις (του Πεκίνου, της Γιουχάν και άλλων μεγάλων πόλεων) και επιβιώνουν οριακά, οι συνήθειες που προέρχονται από την άπληστη κατοχή του χρήματος δεν είναι “περίεργες” αλλά “ταξικές”. Μία από τις ταξικές επιλογές αυτών των νεόπλουτων είναι και η αυξημένη ζήτηση για την πολυτελή κουζίνα yewei, η οποία στηρίζεται στην κατανάλωση σπάνιων εξωτικών άγριων ζώων. Αυτές οι αγορές έχουν αναπτυχθεί σε εκείνες της πληβειακές γειτονιές των μεγαλουπόλεων, μέσα από τις οποίες επιβιώνουν οι φτωχότεροι των κατοίκων. Και μέσα από εκείνες τις αγορές εμφανίστηκε ο Sars το 2002 και ίσως και ο Covid19 τον χειμώνα του 2019.
Για την υπεράσπιση της αγριότητας της φύσης
Ο καπιταλιστικός κόσμος έχει επεκταθεί και απ΄άκρη σ΄άκρη του πλανήτη. Λιγότερο από το 1/4 του παγκόσμιου τοπίου παραμένει άγριο. Τα ορυχεία, οι βιομηχανικές καλλιέργειες εξαγώγιμων προϊόντων, τα φράγματα, οι αποψιλώσεις έχουν αποικίσει τα τροπικά δάση που κάποτε ήταν ανέγγιχτα. Οι ζούγκλες της Ασίας και του Αμαζονίου, μακρινές, μυστήριες και επιβλητικές, ικανές να καθηλώσουν ένα ολόκληρο καφενείο στο χωριό γύρω από τα ντοκυμαντέρ του Discovery Channel, το όριο ανάμεσα σε έναν τεχνητό και φυσικό κόσμο, έχουν μετατραπεί σε ένα αδιάκοπο πεδίο οικονομικής δραστηριότητας. Δεν είναι η αύξηση του πληθυσμού της γης που καταστρέφει τη φύση. Στον βαθμό που αυτός έχει διπλασιαστεί, η κατανάλωση των φυσικών πόρων έχει τριπλασιαστεί. Το μοντέλο ενός καπιταλιστικού κέντρου και μιας περιφέρειάς του που λειτουργεί για να τροφοδοτεί αδιάκοπα με πρώτες ύλες αυτό το κέντρο είναι ένα αποικιακό μοντέλο. Το οποίο δεν μπορεί να σκιαγραφεί με τους γεωγραφικούς όρους των προηγούμενων δεκαετιών (Ευρώπη, βόρεια Αμερική ≠ Ασία, Αφρική), αλλά με όρους τεχνολογικής κορύφωσης και της ύπαρξης της δυνατότητας (ούτε καν της ανάγκης) κατανάλωσης και ερμηνείας των πάντων. Την ίδια στιγμή που ο δυτικός κόσμος παρουσιάζεται με την αυτοπεποίθηση ότι μπορεί να εξηγήσει και να δαμάσει τα πάντα, άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση στο ρεύμα και η ημερήσια διατροφή τους περιλαμβάνει ένα πιάτο ρύζι.
Πέρα από την υπεράσπιση των διαφόρων προστατευόμενων ζωνών Natura, η υπεράσπιση της άγριας φύσης, ως ένα κομμάτι που ήταν και πρέπει να παραμείνει ανέγγιχτο είναι μία οριακή αναγκαιότητα. Σήμερα, ίσως περισσότερο από ποτέ, σε μια στιγμή που η καθεμιά και ο καθένας μας έχουν βιώσει με ιδιαίτερη ένταση το υγειονομικό ερώτημα που θέτουν οι καιροί μας, θα πρέπει να θέσουμε κάποια ακόμα βασικά ερωτήματα στους εαυτούς μας. Μήπως τελικά εκείνη η ποιητική μεταφορά της θεωρίας του χάους από τον μετεωρολόγο Έντουαρντ Λόρεντζ την δεκαετία του ’60, για το σύνδρομο της πεταλούδας, είναι το πεζό παρόν που ζούμε; Μήπως πρέπει να ξαναδιαβάσουμε τους χάρτες της γεωγραφίας με έναν άλλον τρόπο, που θα μας κάνει να αφουγκραστούμε το κοινό του αγώνα για την υπεράσπιση των νερών και των βουνών της Πίνδου με τον αγώνα των ιθαγενών Νάσα στην Κολομβία, ενάντια στις μονοκαλλιέργειες ζαχαροκάλαμου και τον όρκο των ιθαγενών Μούρα να δώσουν τη ζωή τους για να υπερασπιστούν τα δάση του Αμαζονίου από τις πυρκαγιές; Μήπως;